Η προετοιμασία της εθνικής ανδρών αποκτά σιγά σιγά όλο και μεγαλύτερη ένταση και κυρίως παράγει πιο ξεκάθαρα συμπεράσματα. Οι φιλικές αναμετρήσεις με την Ελβετία αφήνουν μια γεύση θετική και παράλληλα γεμάτη απορίες καθώς ο πλουραλισμός σε αρκετές θέσεις ενδεχομένως να μην έχει οδηγήσει τον Μπονιφάντε σε μια καθαρή εικόνα για το βασικό σχήμα.
Όσο κουραστικό και αν ακούγεται άλλο τόσο πραγματικό είναι πως τόσο στη θέση των ακραίων όσο και των κεντρικών ο Μπονιφάντε και το επιτελείο του έχουν ευχάριστο πονοκέφαλο. Μια σειρά φιλικών, όπως αυτά με την Ελβετία, δεν μπορούν να ξεκαθαρίσουν απόλυτα το τοπίο. Άλλωστε υπάρχει χρόνος μέχρι το πρώτο σερβίς του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ώστε να βγουν πιο ασφαλή συμπεράσματα.
Παρόλα αυτά η Ελλάδα σε γενικές γραμμές αρέσει αν και έχει και τρανταχτές αδυναμίες. Ξεκινώντας από τη θέση των ακραίων είναι δεδομένο ότι υπάρχει πολύ ποιότητα και πολλές καλές και διαφορετικές λύσεις. Ο Πρωτοψάλτης δείχνει να βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση ενώ τόσο ο Ράπτης όσο και ο Κουμεντάκης προέρχονται από σεζόν όπου κινήθηκαν σε πολύ υψηλά στάνταρ. Η παρουσία του Σπύρου Χανδρινού και το Χάκα συμπληρώνει το παζλ σε αυτή τη θέση αλλά ακόμα και αν μιλάμε για δύο ταλαντούχους νεαρούς σε αυτή τη θέση θα χρειαστεί να στραβώσουν πολλά για να τους δούμε να παίρνουν σημαντικό χρόνο συμμετοχής.
Με τον Πρωτοψάλτη στον αγωνιστικό χώρο η Ελλάδα κερδίζει έναν ακραίο για όλες τις δουλειές που μπορεί να αποδώσει καλά και στην υποδοχή και στο σερβίς αλλά και να δώσει δύσκολες λύσεις επιθετικά. Ο Ράπτης, από την άλλη, έχει τρανταχτές αδυναμίες στην υποδοχή όλη τη σεζόν αλλά η αυτοπεποίθηση του στην επίθεση και ο δυναμισμός που παρουσιάζει μπορούν να δώσουν το κάτι παραπάνω. Με τη σειρά του, ο Κουμεντάκης μπορεί να μην παράγει σπουδαία highlight αλλά έχει την ουσία. Έχει υπομονή στο παιχνίδι του, δεν απαιτεί ατελείωτες μπάλες στην επίθεση και στην καλή του μέρα είναι πέρα για πέρα αξιόπιστος στην υποδοχή.
Αντίθετα είναι τα δεδομένα στη θέση του διαγώνιου, βέβαια. Πολλά είναι τα παιχνίδια που μπορούν να κριθούν από έναν καλό διαγώνιο και εδώ υπάρχει η εξής συνθήκη. Ο Τζιουμάκας, ο οποίος φαίνεται να προορίζεται για βασικός, ποτέ δεν έπαψε να έχει σπουδαία σωματικά προσόντα και ικανότητες. Κάτι η περίεργη σεζόν που τον βρήκε σε Σαουδική Αραβία και εν τέλει στον ΟΦΗ του υποβιβασμού, κάτι η πνευματική κόπωση που δείχνει να έχει δεν τον αφήνουν να βγάλει αυτό που μπορεί στον αγωνιστικό χώρο. Στα 28 του έχει παραστάσεις από το μεγαλύτερο επίπεδο και σε ομάδες που πρωταγωνίστησαν, όπως η Περούτζια, αλλά τα φιλικά των προηγούμενων ημερών μαρτυρούν πως δεν έχει πιάσει το μέγιστο στη φετινή προετοιμασία ακόμα. Ο Μούχλιας, με τη σειρά του, στερείται εμπειρίας και παραστάσεων ακόμα και αν διέπρεψε με το Κολλέγιο της Χαβάης. Ωστόσο ο νεαρός διαγώνιος έχει όρεξη και πίστη στον εαυτό του. Στις ευκαιρίες που του δόθηκαν κέρδισε τις εντυπώσεις και δείχνει να βελτιώνεται συνεχώς. Δεν έχει το σώμα και την εμπειρία του Τζιουμάκα αλλά παρόλα αυτά αξίζει τις ευκαιρίες του και δεν αποκλείεται να μας εκπλήξει ακόμα και σε δύσκολα παιχνίδια.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η θέση των κεντρικών με τον Πετρέα, τον Τζούριτς, τον Βουλκίδη και τον Λινάρδο να συνθέτουν μια αξιοπρόσεκτη τετράδα. Ο υγιής Τζούριτς είναι πάντα μια ηγετική μορφή που μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες και να δώσει δυναμισμό πάνω στο φιλέ. Ο Πετρέας είναι πάντα μια σταθερά και κυρίως είναι πάντα έτοιμος να δώσει τα πάντα για την εθνική ομάδα. Το έξυπνο παιχνίδι του, το καλό του σερβίς και η ικανότητά του να βοηθάει με κάθε τρόπο εντός τάραφλεξ είναι στοιχεία που τον καθιστούν ως βασική επιλογή. Όσον αφορά τους Βουλκίδη και Λινάρδο μπορούν ανά πάσα στιγμή να περάσουν στο παιχνίδι και να προσφέρουν το κάτι διαφορετικό. Ο Βουλκίδης είναι δεδομένο πως θα αξιοποιηθεί όχι μόνο για το γρήγορο παιχνίδι του στο φιλέ αλλά και για το σερβίς του ενώ ο Λινάρδος έχει καλές τοποθετήσεις στη μπροστά ζώνη και φυσικά μεγάλο μέγεθος που μπορεί να κάνει τη διαφορά στο μπλοκ.
Τα ζόρια θα τα αντιμετωπίσει η εθνική στη θέση του πασαδόρου. Ο Γαλιώτος είναι απελευθερωμένος όταν έχει την εμπιστοσύνη του προπονητή του και αυτό συμβαίνει στην εθνική ομάδα όπου λογίζεται ως βασικός και σχεδόν αναντικατάστατος. Ωστόσο το ότι δεν υπάρχει μια ισάξια εναλλακτική είναι πάντα πρόβλημα καθώς οι νεαρότεροι που τον πλαισιώνουν (ο Πετσιάς και ο Χασμπάλα προς το παρόν) είναι τα ταλέντα της επόμενης γενιάς αλλά ιδιαίτερα άπειροι καθώς οι ευκαιρίες τους μέσα στη σεζόν ήταν ελάχιστες.
Κλείνοντας δεν γίνεται να παραβλέψουμε πως η Ελλάδα διαθέτει δύο λίμπερο που θα έχουν σημαντικό ρόλο στο παιχνίδι της ομάδας. Τόσο ο Κοκκινάκης, που θα είναι ο βασικός, όσο και ο Σπύρος Χανδρινός έχουν στο παιχνίδι τους ταχύτητα, δυναμισμός και περίσσιο πάθος. Ο νεαρός Χανδρινός εξελίσσεται διαρκώς και σε πολλά κομμάτια του παιχνιδιού του θυμίζει τον Κοκκινάκη ο οποίος έχει να προσφέρει και ουσία και θέαμα. Όσο οι αντίπαλες ομάδες θα ψάχνουν αδυναμίες στην υποδοχή των ακραίων ο Κοκκινάκης θα είναι εκεί για να γεμίζει τα κενά και να προφυλάσσει την εθνική από τα αντίπαλα σερβίς.
Το υλικό της ομάδας είναι σε γενικές γραμμές καλό και σίγουρα υπάρχει αισιοδοξία για μια πορεία που τουλάχιστον δε θα σταματήσει στον όμιλο. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως οι διεθνείς μας έχουν πολύ διάθεση να προσφέρουν και για ένα ακόμα καλοκαίρι όλα τα μεγάλα ονόματα δήλωσαν παρόν. Σαφώς και τόσο το ιταλικό δίδυμο Μπονιφάντε και Πάπι όσο και το υπόλοιπο staff με Χριστοφιδέλη, Στεφάνου αλλά και τον μάνατζερ Γκιούρδα προσφέρει θετικό κλίμα στην ομάδα. Δεν είναι μόνο η ικανότητα όλων αυτών αλλά και η καλή επικοινωνία που υπάρχει μεταξύ όλων κάτι που έχει περάσει στους αθλητές και σίγουρα τους δίνει ώθηση για κάτι καλό όχι μόνο φέτος αλλά και για τα επόμενα χρόνια.