Στις 14 Ιουνίου του 1891 η εφημερίδα Φορολογούμενος ανακοινώνει την ίδρυση του συλλόγου:
Κάλλιστοι νέοι της ημετέρας πόλεως έθεντο κατ’ αυτάς τας βάσεις λαμπρού σωματείου, Γυμναστικού, δηλονότι Συλλόγου εις ον έδωσαν τον τίτλον «Παναχαϊκός Γυμναστικός Σύλλογος» και τον τύπον παρομοίων σωματείων. Του Συλλόγου τούτου, υπέρ ου ευχόμεθα τα βέλτιστα Πρόεδρος εξελέχθη, ο συμπολίτης ημών κ. Γεώργιος Τζίνης.
Αμέσως με την ανακοίνωση ίδρυσης αθλητικού συλλόγου πολλοί νέοι της πόλης έσπευσαν να εγγραφούν σε αυτόν, αναφέρονται 500 τα πρώτα μέλη. Ο Παναχαϊκός καλλιέργησε όλα τα τότε γνωστά αθλήματα και διοργάνωσε του πρώτους αγώνες ποδοσφαίρου, κλασικού αθλητισμού, σκοποβολής, ποδηλασίας, κολύμβησης, άρσης βαρών, πάλης, αντισφαίρισης, κωπηλασίας, λεμβοδρομίες, και γυμναστικής. Από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του είχε ιδιόκτητο γυμναστήριο. Στις 20 Νοεμβρίου του 1894, μέλη του Παναχαϊκού που διαφώνησαν και έφυγαν από τον σύλλογο και δημιούργησαν την Γυμναστική Εταιρεία Πατρών. Η Γ.Ε.Π. ακολούθησε ανάλογη πορεία με τον Παναχαϊκό αναδεικνύοντας πανελληνιονίκες και Ολυμπιονίκες, ενώ απέκτησε με την σειρά της ιδιόκτητο γυμναστήριο.
Το 1923 τα δύο σωματεία αποφάσισαν να συγχωνευτούν και πάλι σε έναν σύλλογο, έτσι την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου του 1923[2] η συγχώνευση του Παναχαϊκού Γυμναστικού Συλλόγου και της Γυμναστικής Εταιρείας ήταν γεγονός μετά από πολύχρονες προσπάθειες και συζητήσεις που ξεκίνησαν το 1900. Η ονομασία του συλλόγου αποφασίστηκε να είναι Παναχαϊκή Γυμναστική Ένωσις, Παναχαϊκή από το όνομα του Παναχαϊκού και Γυμναστική Ένωση από το όνομα της Γ.Ε.Π. Πρώτος πρόεδρος και πρωτεργάτης της συγχώνευσης ήταν ο επιφανής πατρινός Χρήστος Κορύλλος. Μελανό σημείο το γεγονός πως κάποιοι παράγοντες και ποδοσφαιριστές δεν αποδέχτηκαν την ένωση και δεν εντάχθηκαν στο νέο σωματείο, ιδρύοντας τον Λευκό Αστέρα, έναν αμιγή ποδοσφαιρικό σύλλογο. Σήμερα η λαοφιλής «Μεγάλη Κυρία της Πελοποννήσου» και ευρύτερα του ελληνικού αθλητισμού καλλιεργεί πολλαπλά τμήματα με μεγάλη κατά καιρούς επιτυχία, εμπλουτίζοντας έτσι την σημαντική παράδοση της.
Για να μην ξεχνάμε την ιστορία της «Μεγάλης Κυρίας της Πελοποννήσου», για να μην αναλωνόμαστε σε μικρότητες που μόνο κακό της κάνουν, να βλέπουμε πράξεις και όχι λόγια, να σεβόμαστε τον κόσμο της, τις φωνές τους, την αγανάκτησή τους και επιτέλους να φτάσει εκεί που της αξίζει!!!
Χριστίνα Βάγγαλη